Πολλοί άνθρωποι πιστεύουν ότι για τους Χριστιανούς όλα όσα σχετίζονται με το σεξ είναι αμαρτία. Είναι πλάνη αυτό; Είναι δύσκολο να απαντήσει κανείς κατηγορηματικά, γιατί εδώ τα πάντα εξαρτώνται από την αντίληψή μας για το σεξ. Στο σύγχρονο πολιτισμό είναι σίγουρα ένα από τα βασικά είδωλα στη θυσία του οποίου οι άνθρωποι είναι πρόθυμοι να φέρουν κάθε τι - και η στάση των Χριστιανών σε τέτοιο είδωλο μπορεί να είναι μόνο έντονα αρνητική. Έτσι,συνέβη ώστε οι εντολές «οὐ φονεύσεις» και «οὐ κλέψεις»να γίνονται πρόθυμα δεκτές απο τη σύγχρονη κοινωνία που τις θεωρεί βάσεις της δικής της έννομης τάξεως, αλλά η στάση στην εντολή «οὐ μοιχεύσεις», η οποία υπάρχει στην ίδια λίστα, είναι εντελώς άλλη. Στην ουσία, την αντικατέστησε η εντολή: «όλοι έχουμε δικαίωμα σε όλα όσα συμβαίνου με κοινή συναίνεση μεταξύ των ενηλίκων πολιτών.»
Ένα από τα κόλπα του ειδώλου με το όνομα «σεξ» ακριβώς συνίσταται στο να ιδιοποιηθεί οτιδήποτε έχει σχέση με το φύλο του ανθρώπου και την εγκάρδια ζωή του. Όπως λένε, υπάρχουν μόνο δύο επιλογές: να λατρέψεις αυτο το είδωλο ή να απορρίψεις οποιαδήποτε σκέψη για τη φυσική πλευρά της αγάπης ως αμαρτωλή. Αλλά αυτό, φυσικά, είναι μια λανθασμένη επιλογή.
Και τι λέει για την σωματική επικοινωνία των φύλων η Αγία Γραφή; Από την αρχή της διήγησης για τη δημιουργία του ανθρώπου το βιβλίο της Γένεσης σημειώνει: «...καὶ ἐποίησεν ὁ Θεὸς τὸν ἄνθρωπον, κατ᾿ εἰκόνα Θεοῦ ἐποίησεν αὐτόν, ἄρσεν καὶ θῆλυ ἐποίησεν αὐτούς» (1:27). Αυτή η διαίρεση σε δύο φύλα όχι μόνο προορίζεται από τον Θεό, αλλά είναι σχεδόν εξίσου σημαντική με τη δημιουργία «κατ’ εικόνα του Θεού». Περαιτέρω, στο δεύτερο κεφάλαιο του ίδιου βιβλίου, συναντάμε την εξήγηση: «οὐ καλὸν εἶναι τὸν ἄνθρωπον μόνον· » (2:18). Δηλαδή, η συνύπαρξη του άνδρα κα της γυναίκας είναι αναφαίρετη ιδιότητα της έννοιας του ανθρώπου, και - προσοχή! - η έννοιά της δεν περιορίζεται στην αναπαραγωγή, όπως συμβαίνει με τα ζώα ή τα πτηνά, τα οποία ο Θεός δημιούργησε, επίσης, αρσενικά και θηλυκά, όμως δεν είπε τίποτα παρόμοιο γι αυτά. Για έναν άνθρωπο, είναι σημαντικό να επικοινωνεί με κάποιον που είναι ίσιος μ’αυτόν... και την ίδια στιγμή ξεχωρίζεται απ’ αυτόν.
Μπορούμε να υποθέσουμε ότι από την αρχή, ακόμα στον κήπο της Εδέμ, η επικοινωνία μεταξύ των δύο φύλων σήμαινε και την σαρκική αγάπη; Δεν ξέρουμε στα σίγουρα, αλλά απολύτως ακριβώς πουθενά στη Βίβλο - ούτε στο βιβλίο της Γένεσης, ούτε σε άλλα βιβλία - δεν λέγεται τίποτα για την αμαρτωλότητα αυτής της αγάπης. Ίσως στον Κήπο της Εδέμ, γενικά, όλα ήταν διαφορετικά από τον δικό μας κόσμο, και η επικοινωνία των φύλων ήταν, επίσης, εντελώς διαφορετική. Γενικά, τα πρώτα κεφάλαια της Γένεσης εφιστούν σχετικά μικρή προσοχή σ’ αυτήν την πτυχή της ζωής των ανθρώπων,απλά υπάρχει: για παράδειγμα, όσον αφορά τα τρόφιμα στους ανθρώπους δίνονται ορισμένοι περιορισμοί (στον Νώε και στους απογόνους του απαγορεύεται να τρώνε αίμα), αλλά οι σχέσεις μεταξύ των δύο φύλων σχεδόν δεν ρυθμίζονται.
Αλήθεια, υπάρχει ένα μυστηριώδες επεισόδιο πριν από την ιστορία της πλημμύρας του Νώε: «οἱ υἱοὶ τοῦ Θεοῦ», έλαβαν «τὰς θυγατέρας τῶν ἀνθρώπων» (Γένεσις 6:2), και τέτοια συμπεριφορά είναι φανερή αμαρτία. Δεν γνωρίζουμε για ποιον ακριβώς πρόκειται: ίσως, για τους πρίγκηπες και ηγεμόνες, που έκαναν χαρέμια, μην λαμβάνοντας υπόψην την επιθυμία των κοριτσιών. Αλλά εδώ μπορεί να υπονοούνται, και οι παγανιστικές λατρείες με τα όργια τους, στα οποία όπως πίστευαν οι συμμέτοχοι τους, έμπαιναν στον «ιερό γάμο» με τις θεότητες τους. Η ερμηνεία αυτή συμφωνεί αρκετά με τη βιβλική παράδοση, γιατί πολύ συχνά η σχέση του Θεού και του Ισραήλ απεικονίζεται ως ένας γάμος, και η λατρεία των ειδώλων ισοδυναμεί με μοιχεία.
Κατά συνέπεια, το αμάρτημα της μοιχείας δεν συνίσταται στο γεγονός ότι οι άνθρωποι έχουν οικεία σχέση μεταξύ τους αλλά ότι σπάζουν τα δεσμά της πίστης που ενώνουν τους συζύγους ή τη νύφη και το γαμπρό. Η Αγία Γραφή δεν απορρίπτει τη φυσική πλευρά της αγάπης, αλλά την περιορίζει με τα πλαίσια της συζυγικής ένωσης. Στην Παλαιά Διαθήκη, υπάρχει ένα καταπληκτικό βιβλίο - το Άσμα Ασμάτων - που υμνεί ακριβώς αυτή την ακέραια αγάπη, στην οποία η πίστη του ενός στον άλλο και η ψυχική ένωση συνδυάζονται με τη φυσική εγγύτητα των αγαπώντων: «Φιλησάτω με ἀπὸ φιλημάτων στόματος αὐτοῦ, ὅτι ἀγαθοὶ μαστοί σου ὑπὲρ οἶνον...»- έτσι αρχίζει αυτό το βιβλίο. Από καιρό έχει ερμηνευθεί αλληγορικά ως μια ιστορία της αγάπης του Θεού και του εκλεκτού λαού ή της Εκκλησίας (ό, τι σε γενικές γραμμές, σημαίνει το ίδιο πράγμα), αλλά και σ’ αυτήν την ερμηνεία η σωματική αγάπη είναι υψηλή και ωραία: αφού μ’ αυτήν συγκρίνεται η μυστική κοινωνία με το Θεό ! Αν ήταν αμαρτωλή, μια τέτοια σύγκριση θα ήταν απλώς ιεροσυλία.
Έτσι, η φυσική εγγύτητα θεωρήθηκε αναπόσπαστο μέρος του γάμου, και ο ίδιος ο γάμος – μια ένωση ενός άνδρα και μιας γυναίκας ... ή ενός άνδρα και αρκετών γυναικών. Η Παλαιά Διαθήκη δεν απαγορεύει ούτε ρυθμίζει την πολυγαμία, και εδώ βλέπουμε ένα σημαντικό αριθμό ανδρών που είχαν περισσότερες από μία γυναίκα. Εκτός από την σύζυγο που είχε πλήρη δικαιώματα, συναντάμε και παλλακίδες, δηλαδή, σκλάβες, οι οποίοι μοιράζονταν το κρεβάτι με τον αφέντη τους. Μερικές φορές, η εμφάνισή τους οφείλεται στο γεγονός ότι η σύζυγος έμεινε άτεκνη (ακριβώς γι αυτόν τον λόγο, για παράδειγμα, ο Αβραάμ πήρε την παλλακίδα, Αγάρ, υπηρέτρια της συζύγου του, Σάρας),αλλά, φυσικά, οι λόγοι εδώ μπορούσαν να ήταν και άλλοι. Σήμερα, αυτή η στάση απέναντι στις γυναίκες φαίνεται σκληρή και βάρβαρη, αλλά στην πραγματικότητα είναι μια ειδική περίπτωση της δουλείας, η οποία δεν αντιμετωπίζεται αρνητικά από την Παλαιά Διαθήκη. Εκεί δεν υπάρχει καθόλου η πρόσκληση για την κοινωνική επανάσταση: τα υφιστάμενα πρότυπα στην κοινωνία είναι πιο πολύ αποδεκτά, αλλά παραμένει μια σαφής επιθυμία να ανατραπεί αυτή η κοινωνία εκ των έσω. Με τον καιρό, οι άνθρωποι κατανοούν ότι οι κανόνες της ζωής τους,απλά,δεν συμφωνούν με τα ιδανικά της πίστης τους, και αρχίζουν να τροποποιούν τους κανόνες τους (ορισμένοι, ωστόσο, προτιμούν να αλλάζουν την πίστη).
Έτσι συνέβη και με τη σκλαβιά, και, πολύ νωρίτερα με την πολυγαμία. Ήδη στο τέλος του καιρού της Παλαιάς Διαθήκης, βλέπουμε πως, χωρίς καμία απαγόρευση έγινε νόρμα η ένωση ενός άνδρα και μίας γυναίκας, επειδή ακριβώς τέτοιος γάμος αντανακλά καλύτερα την αρχή που αναφέρεται ακόμα στην ιστορία της δημιουργίας του ανθρώπου. Ο άνδρας και η γυναίκα μπορούν να είναι άνισοι, σε ορισμένες κοινωνικές συνθήκες, αλλά κατά τη φύση τους είναι ίσοι, ενιαίοι και συμπληρώνουν ο ένας τον άλλον. Επιπλέον, ακριβώς στην Παλαιά Διαθήκη συναντάμε καταπληκτικές ιστορίες για τις γυναίκες που έπαιξαν τεράστιο ρόλο στην ιστορία του λαού του Ισραήλ, και τον έπαιξαν ακριβώς ως γυναίκες.
Να η Μωαβίτισσα Ρουφ, η οποία εκπλήρωσε ακριβώς τους νόμους του Ισραήλ,που πολλοί Ισραηλινοί έχουν οι ίδιοι ξεχάσει. Εδώ η όμορφη Εσθήρ, η οποία έγινε περσίδα βασίλισσα και έπεισε τον βασιλιά να ακυρώσει την προγραμματισμένη σφαγή των Εβραίων. Σ’αυτές αφιερώνονται μεμονωμένα βιβλία, αλλά παρόμοιους χαρακτήρες συναντάμε και στις άλλες αφηγήσεις της Παλαιάς Διαθήκης. Ακριβώς αυτές οι ιστορίες, περισσότερο αξιόπιστες από τις πολιτικές δηλώσεις, έκαναν τους άνδρες να κοιτάξουν με άλλη ματιά, από πρίν, τις γυναίκες.
Όμως, από ορισμένες απόψεις, η Παλαιά Διαθήκη έντονα αντιδρά στους κανόνες της εποχής. Σ εκείνους τους αρχαίους χρόνους, σε πολλούς πολιτισμούς θεωρούνταν πολύ φυσιολογικά τα έθιμα που σχετίζονταν με το σεξ: για παράδειγμα,οι «πόρνες του ναού» στους ειδωλολατρικούς ναούς δεν κέρδιζαν μόνο τα προς το ζην, αλλά μάλλον εκτελούσαν κάποιου είδους θρησκευτικό έθιμο, όπως το καταλάβαιναν. Η Παλαιά Διαθήκη με τον εντονότερο τρόπο το καταδικάζει αυτό. Δεν αφήνει καμια δικαιολογία και για ένα άλλο ευρέως διαδεδομένο σήμερα φαινόμενο - την ομοφυλοφιλία. Ο λόγος είναι σαφής: έρχεται σε αντίθεση με την πρόθεση του Δημιουργού για την ενότητα των δύο φύλων. Σήμερα συνηθίζεται να λαμβάνεται ως αφετηρία η επιθυμία των ίδιων των ανθρώπων: « Γιατί αυτό είναι κακό αφού το επιθυμούν»; - Αλλά για την Αγία Γραφή, η ανθρώπινη βούληση ποτέ δεν στέκεται στην πρώτη θέση.Η ελευθερία της επιλογής του ανθρώπου δεν πρέπει να οδηγεί σε παραβίαση των εντολών που εκφράστηκαν με σαφήνεια και σε στρέβλωση των φυσικών μορφών ζωής.
Την ίδια στιγμή, η Αγία Γραφή δεν προσπαθεί να καθορίσει τη συγκεκριμένη μορφή των συζυγικών σχέσεων στο γάμο, αφήνοντάς την πλήρως στην κρίση των συζύγων. Ευλογημένο ό, τι γίνεται χάριν της ακεραιότητας του ανθρώπου και της ενότητας μεταξύ άνδρα και γυναίκας, και καταδικάζεται κάθε τι που αποσπά τον άνθρωπο μακριά από αυτές τις αξίες.
Η Καινή Διαθήκη συνεχίζει αυτή τη γραμμή: αρκεί να υπενθυμίσουμε ότι το πρώτο Του θαύμα, ο Χριστός έκανε στο γάμο στην Κανά της Γαλιλαίας. Δεν τίμησε απλώς αυτή την γιορτή με την παρουσία Του, αλλά, μετατρέποντας το νερό σε κρασί, άφησε να συνεχιστεί. Επιβεβαίωσε έτσι τη μεγάλη αξία του γάμου. Στο Κατά Ματθαίον Ευαγγέλιο βρίσκουμε τα λόγια Του ότι ο γάμος, στην πραγματικότητα,ορίζει μια αδιάσπαστη ενότητα (η Παλαιά Διαθήκη επέτρεπε το διαζύγιο): «ὃς ἂν ἀπολύσῃ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ μὴ ἐπὶ πορνείᾳ καὶ γαμήσῃ ἄλλην, μοιχᾶται· καὶ ὁ ἀπολελυμένην γαμήσας μοιχᾶται. (19:09). Μόνο η μοιχεία, δηλαδή, μονομερής απόσυρση του συζύγου από την γαμική ένωση, μπορεί να καταστρέψει αυτή την ένωση. Τέτοια αυστηρότητα εξέπληξε ακόμα και τους πιο κοντινούς μαθητές: «Εἰ οὕτως ἐστὶν ἡ αἰτία τοῦ ἀνθρώπου μετὰ τῆς γυναικός, οὐ συμφέρει γαμῆσαι». Αποδεικνύεται ότι ο γάμος επιβάλλει στον άνθρωπο τόσες σοβαρές υποχρεώσεις ...
Και εδώ ακούστηκαν πολύ ασυνήθιστα λόγια του Σωτήρα: «Οὐ πάντες χωροῦσι τὸν λόγον τοῦτον, ἀλλ' οἷς δέδοται· 12 εἰσὶ γὰρ εὐνοῦχοι οἵτινες ἐκ κοιλίας μητρὸς ἐγεννήθησαν οὕτω· καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνουχίσθησαν ὑπὸ τῶν ἀνθρώπων, καὶ εἰσὶν εὐνοῦχοι οἵτινες εὐνούχισαν ἑαυτοὺς διὰ τὴν βασιλείαν τῶν οὐρανῶν. ὁ δυνάμενος χωρεῖν χωρείτω.»(19:11-12). Είναι σαφές ότι υπάρχουν άνθρωποι που δεν είναι ικανοί για σαρκικό έρωτα, και ως εκ τούτου είναι ακατάλληλοι για γάμο (ευνούχοι), και ορισμένοι από αυτούς έτσι γεννήθηκαν ενώ άλλοι έχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση. Γι αυτούς, φυσικά, τα δικαιώματα και τις ευθύνες του γάμου δεν ισχύουν. Αλλά ποιοι είναι οι ευνούχοι που έτσι έχουν κάνει τον εαυτό τους για τη «βασιλεία»; Μέχρι σήμερα υπάρχει μια αίρεση που καταλαβαίνει τα λόγια αυτά κυριολεκτικά: οι υποστηρικτές του εκτέμνουν τον εαυτό τους σωματικά.
Αλλά προφανώς, αυτά τα λόγια πρέπει να ερμηνεύονται όχι περισσότερο κυριολεκτικά από την πρόσκληση να βγάλουμε το μάτι, όταν βλέπουμε κάτι δελεαστικό (Κατά Ματθαίον 5:29). Αυτός που ευνούχισε τον εαυτό του δια τη Βασιλεία – είναι άνθρωπος που εκουσίως αρνήθηκε από τις χαρές της οικογενειακής ζωής για να υπηρετεί τον Θεό. Σημειώστε ότι ο Χριστός δεν μειώνει το γάμο, ούτε ονομάζει αυτούς οι οποίοι δεν αρνιούνται το γάμο- ανθρώπους δεύτερης κατηγορίας, που είναι ακατάλληλα για την πνευματική ζωή: αντιθέτως, ακριβώς αυτοί «χωρούν» την εντολή για τον άρρηκτο γάμο. Η απόρριψη του γάμου είναι σαν μια προσωρινή άρνηση από φαγητό, δηλαδή νηστεία: το φαγητό δεν είναι κάτι κακό, είναι επίσης δώρο του Θεού στους ανθρώπους, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις, το άτομο ταπεινώνει τον εαυτό του, στερώντας από το αναγκαίο για να τονίσει την πλήρη αφοσίωσή του στο Θεό και την εξάρτησή του από Αυτόν.
Αργότερα, αυτήν την ιδέα ανέπτυξε ο Απόστολος Παύλος. Ο ίδιος παρέμεινε άγαμος, και ποια οικογένεια θα άντεχε συνεχείς περιπλανήσεις και κινδύνους, μέσω των οποίων έτυχε να περάσει! Εξήγησε αυτό έτσι: «ὁ ἄγαμος μεριμνᾷ τὰ τοῦ Κυρίου, πῶς ἀρέσει τῷ Κυρίῳ· ὁ δὲ γαμήσας μεριμνᾷ τὰ τοῦ κόσμου, πῶς ἀρέσει τῇ γυναικί» (1 Κορινθίους 7:32-33) - και, συνεπώς, συμβούλευε σ’αυτούς που θέλουν να αφοσιωθούν πλήρως τον εαυτό τους σε διακονία του Θεού, να παραμένουν άγαμοι. Ωστόσο, για τον ίδιο και ο επίσκοπος θα μπορούσε να παντρευτεί, μόνο να ήταν «ο άνδρας μιας γυναίκας», δηλαδή να είναι άνθρωπος που παρουσίασε την πιστότητα στο γάμο. Ωστόσο, την τελευταία μιάμιση χιλιετία, οι επίσκοποι εκλέγονται από τους μοναχούς, οι οποίοι αποφάσισαν να γίνουν «ευνούχοι για τη Βασίλεια».
Ο γάμος και για τον Απόστολο Παύλο είναι η εικόνα των σχέσεων μεταξύ Θεού και ανθρώπου. Σ’αυτόν ανήκουν εκπληκτικά λόγια, για το βάθος της έννοιας των οποίων σπάνια σκεφτόμαστε: «Αἱ γυναῖκες τοῖς ἰδίοις ἀνδράσιν ὑποτάσσεσθε ὡς τῷ Κυρίῳ, ὅτι ὁ ἀνήρ ἐστι κεφαλὴ τῆς γυναικὸς, ὡς καὶ ὁ Χριστὸς κεφαλὴ τῆς ἐκκλησίας, καὶ αὐτός ἐστι σωτὴρ τοῦ σώματος... οἱ ἄνδρες ἀγαπᾶτε τὰς γυναῖκας ἑαυτῶν, καθὼς καὶ ὁ Χριστὸς ἠγάπησε τὴν ἐκκλησίαν καὶ ἑαυτὸν παρέδωκεν ὑπὲρ αὐτῆς»(Εφεσίους 5:22-25). Ναι, από τη μία πλευρά, ο απόστολος Παύλος μιλά για την υποταγμένη θέση της γυναίκας (γεγονός τελείως φυσικό σ’εκείνη την κοινωνία), αλλά από την άλλη - δείχνει την πηγή αυτής της ιεραρχίας εντός της οικογένειας. Αντανακλά τη σχέση μεταξύ Θεού και Εκκλησίας, και το σημαντικότερο, στους άνδρες δεν επιτρέπεται να φέρνονται αυθαίρετα και να χρησιμοποιούν την εξουσία τους για την αυταρέσκεια. Καλούνται να αγαπούν τις συζύγους τους, όχι μόνο ως ο νυμφίος αγαπά τη νύφη του, αλλά με την αγάπη που έδειξε στο σταυρό ο ίδιος ο Χριστός. Μετά την ανάγνωση αυτών των λέξεων, αναπόφευκτα καταλήγεις στο συμπέρασμα ότι το ρόλο των ανδρών στην οικογένεια ο Απόστολος περιγράφει πολύ αυστηρότερα από τον ρόλο των γυναικών: να υποτάσσεσαι δεν είναι τόσο δύσκολο, αλλά να επαναλάβεις τον άθλο της αγάπης, που εκδηλώθηκε στο σταυρό ...
Και τι αφορά στην οικεία σχέση; Όπως και στην Παλαιά Διαθήκη, σύμφωνα με τον απόστολο Παύλο, αποτελεί αναπόσπαστο μέρος του έγγαμου βίου, και μόνο: «ἡ γυνὴ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ' ὁ ἀνήρ· ὁμοίως δὲ καὶ ὁ ἀνὴρ τοῦ ἰδίου σώματος οὐκ ἐξουσιάζει, ἀλλ' ἡ γυνή. 5 μὴ ἀποστερεῖτε ἀλλήλους, εἰ μή τι ἂν ἐκ συμφώνου πρὸς καιρὸν, ἵνα σχολάζητε τῇ νηστείᾳ καὶ τῇ προσευχῇ καὶ πάλιν ἐπὶ τὸ αὐτὸ συνέρχησθε, ἵνα μὴ πειράζῃ ὑμᾶς ὁ σατανᾶς διὰ τὴν ἀκρασίαν ὑμῶν(1 Κορινθίους 7:4-5). Όπως βλέπουμε, εδώ προτάθηκε θεμελιώδης αρχή του χριστιανικού ασκητισμού: η ώρα της προσευχής και της ιδιαίτερης πνευματικής συγκέντρωσης που ονομάζεται νηστεία απαιτεί από τον άνθρωπο την άρνηση των συνήθων χαρών της ζωής. Και όμως, μαζί μ’αυτό διευκρινίζει ότι στη συζυγική σχέση, αυτό πρέπει να γίνει μόνο με αμοιβαία συμφωνία,η «υψηλή πνευματικότητα» του ενός εκ των συζύγων μπορεί να γίνει ένας σοβαρος πειρασμός για τον άλλο.
Όπως βλέπουμε, η Βίβλος αναγνωρίζει τη σωματική, οικεία, ή, αν επιτρέπεται, τη σεξουαλική πλευρά της ανθρώπινης ζωής ως φυσική και άμεμπτη. Στην περίπτωση αυτή, θέτει ένα συγκεκριμένο πλαίσιο ή, ακριβέστερα, - τονίζει τη βασική αρχή της ενότητας του άνδρα και της γυναίκας και την πίστη τους στο Θεό και του ενός προς τον άλλο στο γάμο, στην οποία πρέπει να υποτάσσεται αυτή η πλευρά της ζωής μας. Η σεξουαλική ανεκτικότητα, καθώς και η αποστροφή από τη φυσική πλευρά της αγάπης ως κάτι βρώμικο και αμαρτωλό, είναι εξίσου ξένα για την Αγία Γραφή. Όπως πάντα, μας καλεί να πάρουμε το μέσο «βασιλικό» δρόμο.