Η Γέννηση του Χριστού, την οποία γιορτάζουμε σήμερα με τόση ελαφρότητα καρδιάς, με τέτοια ευγνωμοσύνη και χαρά, αξίζει να την προσέξουμε όχι μόνο εμείς, αλλά όλος ο κόσμος, γιατί η Γέννηση του Χριστού, η ενσάρκωση του Λόγου του Θεού, μας άνοιξε κάτι ολότελα καινούργιο, που δεν υπήρξε ποτέ πρίν, κάτι απίστευτο και σχετικό με τον Θεό και με τον άνθρωπο και με όλη την δημιουργία.
Ο Θεός έχει εμφανιστεί ως Χριστός με έναν απίστευτο τρόπο που δεν έχει συμβεί ποτέ πριν. Τα είδωλολατρικα έθνη μπόρεσαν να φανταστούν τον Θεό μόνο ως Μέγα, ως Θεό του ουρανού, ο Οποίος έχει μέσα Του ό,τι μεγαλοπρεπές και θεϊκό μπορεί να ονειρευτεί ένας άνθρωπος στη γη. Γι΄αυτό, μόνο ο Θεός μπορούσε να αποκαλύψει Τον εαυτό Του στον άνθρωπο, όπως το έκανε στην ενσάρκωση του Χριστού: Ο Χριστός έγινε ένας από μας. Όχι, όμως, με δόξα, αλλά με αδυναμία, σαν αβοήθητος και άπατρις, ευάλωτος και - όπως φάνηκε – νικημένος, και έτσι, περιφρονημένος από όλους όσοι πιστεύουν μόνο στη δύναμη και την επίγεια μεγαλοπρέπεια. Εκείνη την πρώτη νύχτα, όταν ο Θεός έγινε άνθρωπος, όταν Ο Ίδιος ο Θεός ο Ζων άρχισε να ζεί με σάρκα, ανάμεσά μας, στη γη, ήταν άστεγος, κάτι πολύ άσχημο για έναν άνθρωπο. Κανείς δεν είχε δεχτεί τη Μητέρα Του στο σπίτι του. Για όλους ήταν ξένος, όλοι Τον έδιωχναν σε έναν μακρύ, ατελείωτο δρόμο - ο οποίος εκτείνεται μπροστά σε κάθε άστεγο που δεν έχει ούτε πατρίδα - χωρίς τουλάχιστον ένα χαμόγελο ...
Και έφευγαν οι γονείς Του, ξανά και ξανά, και ο Χριστός μοιράστηκε έτσι τη μοίρα όλων όσοι περνάνε τη ζωή τους – μέσα στους αιώνες - απορριμμένοι σωματικά ή πνευματικά, περιφρονημένοι, ανεπιθύμητοι και αποκλεισμένοι από την ανθρώπινη κοινωνία. Τέτοιους ανθρώπους έχει η ιστορία της ανθρωπότητας πάρα πολλούς. Και μέχρι τώρα – αλίμονο – υπάρχουν στις μεγάλες πόλεις και στην ύπαιθρο πολλοί τέτοιοι άνθρωποι που δεν έχουν πού να πάνε, τους οποίους κανείς δεν περιμένει, για χάρη των οποίων κανείς δεν αναστενάζει, για τους οποίους κανείς δεν ανοίγει την πόρτα του, γιατί είναι ξένοι και γιατί το να μοιραστεί κανείς τη μοίρα τέτοιων ανθρώπων που είναι αποκλεισμένοι, είναι κάτι δυσάρεστο. Τους απέκλεισαν όχι μόνο αφού τους βασάνισαν ατυχίες, αλλά τους απέκλεισαν άνθρωποι από κακία. Έγιναν ξένοι, αφού άνθρωποι, άλλοι άνθρωποι, τους απέκλεισαν από τη καρδιά τους, από τη ζωή τους.
Η μοναξιά – η τρομερή, βασανιστική και φονική μοναξιά, η οποία διαβρώνει τις καρδιές τόσων πολλών ανθρώπων ήταν η μοίρα της Αγνής Παρθένου, της Θεοτόκου, και του Ιωσήφ, του αρραβωνιαστικού της μαζί με το βρέφος τους, τον Χριστό που μόλις γεννήθηκε. Ήταν ξένος, κανείς δεν Τον επιθυμούσε. Ήταν αποκλεισμένος και απορριμμένος. Έτσι άρχισε ο δρόμος Του ανάμεσά μας. Και σ΄αυτον τον δρόμο μοιράστηκε τη μοίρα – όπως είπα – με όλους όσοι ζούν έτσι, ζούνε και τώρα, ζούνε σαν ξένοι ανάμεσα τους ανθρώπους, οι οποίοι θα έπρεπε να είναι αδελφοί τους. Περιφρονημένοι είναι αυτοί και καταπιεσμένοι από ανθρώπινη χυδαιότητα, δειλία και κακία. Είναι, όμως, άνθρωποι τόσο ευπρόσβλητοι, εύθραυστοι και ανασφαλείς όπως εμείς. Εμείς οι χριατιανοί, οφείλουμε να δούμε σ΄αυτούς την εικόνα Εκείνου του Θεού, τον Οποίον τιμούν σήμερα με τόση ευσέβεια, και να τους δεχτούμε, όπως θα δεχόμαστε τώρα τον Χριστό, αν εμφανιζόταν μπροστά μας σαν κακόμοιρος, αβοήθητος, περιφρονημένος, μισητός και καταδιωγμένος.
Βλέπετε, πώς παρουσιάστηκε ο Θεός μπροστά μας? Ήθελε να είναι ένας από μας και κανείς δεν έπρεπε να ντραπεί τον Θεό του: λες και ο Θεός είναι τόσο μεγάλος και τόσο μακριά, ώστε κανείς δεν μπορεί να Τον πλησιάσει. Έγινε ένας από μας στη ταπεινότητά μας, στη κακομοιριά μας. Και Εκείνος δεν μας ντράπηκε, ούτε την υλική, επίγεια και φυσιολογική τραγικότητά μας ούτε την ψυχική μας εγκατάλειψη από την ανθρώπινη αγάπη, και έγινε σαν και μάς. Έγινε ένας από μας και με την αγάπη Του, με τη κατανόησή Του, με τη συγχώρηση και τη συμπόνια Του μοιράστηκε τη μοίρα και εκείνων, τους οποίους οι άλλοι έδιωξαν, γιατί είναι αμαρτωλοί. Δεν ήρθε για να ψάξει και αγαπήσει έντιμους, μα αμαρτωλούς. Ήρθε για να μη μπορέσει κανείς, που έχασε το σεβασμό για τον εαυτό του, να σκεφτεί ότι και ο Θεός θα μπορούσε να χάσει τον σεβασμό Του γι΄αυτόν, ότι ο Θεός δεν βλέπει σ΄αυτόν τίποτα πια που να αξίζει την αγάπη Του. Ο Χριστός έγινε άνθρωπος για να ξέρουμε σίγουρα – όλοι εμείς, χωρίς εξαίρεση, συμπεριλαμβανομένων και εκείνων που έχασαν εντελώς την εμπιστοσύνη στον εαυτό τους – ότι ο Θεός έχει εμπιστοσύνη σε μας. Μας πιστεύει, παρόλο που πέσαμε. Μας πιστεύει, όταν έχουμε χάσει την εμπιστοσύνη ο ένας στον άλλον και στον εαυτό μας. ‘Εχει τόσο πολύ εμπιστοσύνη σε μας, ώστε δεν φοβάται να γίνει ένας από μας. Ο Θεός μας πιστεύει και είναι ο φύλακας της ανθρώπινης αξιοπρέπειας. Ο Θεός είναι ο φρουρός της τιμιότητάς μας. Για να μπορέσουμε να το πιστέψουμε, για να το δούμε με τα δικά μας μάτια, ο Θεός μας γίνεται ένας αφημένος και αβοήθητος άνθρωπος. Εκείνοι που πίστευουν μόνο στη δύναμη και μόνο στη δική τους εντιμότητα δεν θα βρούν κανέναν δρόμο προς Αυτόν, εφ΄οσον δεν μετανιώσουν και δεν καταλάβουν ότι η ταπεινοφροσύνη, η αγάπη, η συμπόνια και το έλεος αποτελούν τον νόμο της ζωής.
Στο πρόσωπο του Χριστού, όμως, ο Θεός εμφανίστηκε όχι μόνο για να αποδείξει την αγάπη Του και την εμπιστοσύνη Του σε μας, σαν φρουρός της αξιοπρέπειάς μας και σαν φύλακας του δικαιώματός μας να είμαστε όπως είμαστε. Όχι! Μας έδειξε το μεγαλείο του ανθρώπου. Αν ο Θεός μπόρεσε ουσιαστικά να γίνει άνθρωπος, πώς μπορούμε τότε να μη καταλαβαίνουμε, τί μεγάλος είναι ο άνθρωπος. Άραγε δεν αντιλαμβανόμαστε, ότι ο άνθρωπος είναι τόσο μεγάλος, ώστε ενώ ο Θεός μπορεί να γίνει άνθρωπος, εκείνος – ο άνθρωπος – παραμένει αυτεξούσιος? Και τί μεγάλη είναι η δημιουργία, την οποία ο Θεός έχει καλέσει στην ύπαρξη, ώστε ο άνθρωπος μπορεί να δεχτεί τον Θεό μέσα του! Αυτό σημαίνει ότι το δημιουργημένο, η σάρκα μας, το αίμα μας, τα οστά μας, όλο το σώμα μας, είναι ικανό να γίνει θεοφόρο, δηλαδή να ενωθεί με τη θεότητα και ταυτόχρονα να παραμένει ο εαυτός του. Καλούμαστε να λάμψουμε σε δόξα και μεγαλείο, που δεν βλέπουμε εμείς, που τα βλέπει, ομώς, ο Θεός. Επειδή για τη δόξα δημιούργησε εμάς και τα πάντα!
Ας κοιτάξουμε στην εικόνα της ενσάρκωσης: Ο Χριστός μας αποκάλυψε την ταπεινοφροσύνη και την αγάπη του Θεού. Μας φανέρωσε την εμπιστοσύνη Του στην όλη Του δημιουργία, και σε μάς, τους αμαρτωλούς και εκπεσμένους. Ταυτόχρονα μας έδειξε, τί μεγάλοι και βαθιοί μπορούμε να είμαστε και τί απείρως βαθιά είναι η δημιουργία του Κυρίου! Ναί, με μια τέτοια πίστη μπορούμε να ζούμε, μπορούμε να γίνουμε άνθρωποι του μεγαλείου της ενσάρκωσης του Χριστού. Έτσι μπορούμε να παρατηρούμε τον κόσμο, όπου ζούμε, όχι μόνο σαν κάποιο νεκρό υλικό, αλλά σαν κάτι που είναι προορισμένο να γίνει, τέλος πάντων, όρατο ένδυμα της Θεότητας, όταν ο Θεός θα γίνει το πάν.
Τί δόξα, τί χαρά και ελπίδα! Ας ψάλλουμε με σεβασμό, αγάπη και αφοσίωση την ενσάρκωση του Χριστού. Αυτή σημαίνει για μας αιώνια ζωή ήδη εδώ στη γη και είναι η δόξα όλης της δημιουργίας στην αιωνιότητα του ουρανού!
Αμήν