Η ανάσταση της θυγατέρας του Ιαείρου
„Όλα αυτά δεν αφορούν μόνο το σωματικό θάνατο. Αν, τέλος πάντων, πιστεύαμε στη ζωή, τότε δεν θα πιστεύαμε, ότι, όταν πεθαίνει κάποιος δικός μας ή κοντινός μας άνθρωπος, αυτό είναι το τέλος. Η σχέση μας, η ζωή μας με αυτόν συνεχίζεται. Για να τον φανταζόμαστε ζωντανό, δεν χρειάζεται να μιλάμε για „χτές“ ή „τότε, στο παρελθόν“, δεν χρειάζεται να βλέπουμε πίσω. Εδώ και τώρα πρέπει να ζούμε μαζί του, σαν να είναι ζωντανός, γιατί είναι πραγματικά ζωντανός. Πρέπει να προσδοκούμε περισσότερο και όχι λιγότερο. …“ – από μια ομιλία του Μητροπλίτη Αντώνιου Σούσοζ (Μπλούμ) για την ανάσταση της θυγατέρας του Ιαείρου
Статья

Πόσο μοιάζουμε με εκείνους τους ανθρώπους, που πένθησαν για την πεθαμένη κόρη του Ιαείρου! Ο Θεός ο Ίδιος ήρθε σ΄αυτούς και είπε: Να μην κλαίετε. Δεν πέθανε, μόνο αποκοιμήθηκε. Με τί σιγουριά, όμως,  „ήξεραν“ οι άνθρωποι – όπως το λέει το Ευαγγέλιο – ότι πέθανε το κορίτσι, παρόλο που ο Θεός, ο Ίδιος  ο Κύριος, τον Οποίον είχανε καλέσει οι ίδιοι για να εκτελέσει ενα θαύμα, λέει ότι κοιμάται μόνο. Το μόνο που ήξεραν να κάνουν τότε, ήταν να Τον κοροϊδέψουν. Πώς δεν καταλαβαίνει? Όταν ήταν άρρωστη άκομα, θα μπορούσαν ακόμα να ελπίζουν σ΄ένα θαύμα, τώρα, όμως, πέθανε το κορίτσι και δεν έχει νόημα πια να ελπίζουν κάτι.

Έτσι είναι τα πράγματα και σχετικά με μας. Ο Κύριος ζούσε ανάμεσά μας, πέθανε και αναστήθηκε. Αυτός ο Ίδιος μας λέει ότι ο θάνατος μοιάζει τώρα με τον ύπνο. Πέραν του θανάτου υπάρχει ζωή, την οποία ζούν κιόλας οι ψυχές των ανθρώπων και η οποία θα πιάσει και τα σώματα στην μερα της Δοξαστικής Ανάστασης του Θεού. Συνεχίζουμε, όμως, να λέμε: Πέθανε ο άνθρωπος. Και όταν ακούμε τα λόγια του αποστόλου: „δεν θέλω να λυπάστε και εσείς, όπως και οι άλλοι, που δεν ελπίζουν πουθενά και πιστεύουν στον θάνατο“, τα ακούμε, μα παρ΄όλα αυτά „ξέρουμε“ ότι μπροστά μας βρίσκεται ένας άνθρωπος που πέθανε και δεν θέλουμε να μας παρηγορήσει κανείς. Δεν πιστεύουμε στο λόγο του αναστημένου Κυρίου, ότι θα αναστηθούμε και εμείς. Δεν πιστεύουμε στο λόγο Εκείνου, που έχει αναστήσει ανθρώπους, όταν ζούσε ανάμεσά μας: την κόρη του Ιαείρου, τον Λάζαρο, ότι θα αναστηθούν όλοι. Ξέρουμε ότι υπάρχει ο θάνατος και δεν πιστεύουμε ότι υπάρχει η ζωή. Τί παράξενο είναι αυτό και τί τρομερό, ότι το γεγονός του θανάτου μας κλείνει τα μάτια μπροστά στην πραγματικότητα της ζωής. Ας αναρωτηθεί ο καθένας από σας. Πόσες φορές ο Θεός μας μιλούσε για τη ζωή και πόσες φορές απαντούσαμε: Μα ξέρω καλά ότι νικούσε και νικάει ο θάνατος!

Όλα αυτά δεν αφορούν μόνο το σωματικό θάνατο. Αν, τέλος πάντων, πιστεύαμε στη ζωή, τότε δεν θα πιστεύαμε, ότι, όταν πεθαίνει κάποιος δικός μας ή κοντινός μας άνθρωπος, αυτό είναι το τέλος. Η σχέση μας, η ζωή μας με αυτόν συνεχίζεται. Για να τον φανταζόμαστε ζωντανό, δεν χρειάζεται να μιλάμε για „χτές“ ή „τότε, στο παρελθόν“, δεν χρειάζεται να βλέπουμε πίσω. Εδώ και τώρα πρέπει να ζούμε μαζί του, σαν να είναι ζωντανός, γιατί είναι πραγματικά ζωντανός. Πρέπει να προσδοκούμε περισσότερο και όχι λιγότερο.  

Αυτό αφορά και την ψυχική και πνευματική σφαίρα. Τόσο εύκολα λέμε ότι πέθανε ένας  άνθρωπος, πέθανε μια φιλία, πέθανε η αγάπη. Πέθανε ό,τι  ήταν το πιό πολύτιμο μεταξύ των ανθρώπων. Όταν ο Κύριος μας λέει ότι κοιμάται μόνο, κρύφτηκε μόνο, μα ζεί (επειδή η αγάπη, η φιλία, η τρυφερότητα ζούνε πάντα. Πεθαίνει μόνο αυτό που φέρει μέσα του, ήδη στη γη, τα ίχνη του θανάτου και της αποσύνθεσης), λέμε παρ΄όλα αυτά: Οχι, Κύριε, ξέρω ότι μαράθηκε τελείως.

Ο Χριστός, όμως, μας θυμίζει στην παραβολή για το ξερό δέντρο, το οποίο οι άνθρωποι πότιζαν ξανά και ξανά μέχρι να πάρει ζωή, ότι αν και μαραίνεται μέχρι τις ρίζες, η ζωή δίνεται από τα δικά Του χέρια και όλα μπορούν να αναστηθούν. Όλα σε μία καινούργια δόξα, όχι πια στην προσωρινότητα του παρελθόντος, μα σε μια εντελώς καινούργια λαμπρότητα της αιώνιας ζωής. Κάθε χρόνο ακούμε την προφητεία του Ιεζεκιήλ για τα κόκκαλα: Πές μου, άνθρωπε, μπορούν να γίνουν ζωντανοί άνθρωποι αυτά τα κόκκαλα? Απαντάμε: Όχι, είναι κιόλας στην σφαίρα του θανάτου. Ο προφήτης ήταν πιο σοφός. Είπε: Κύριε, Θεέ, Εσύ ξέρεις. Εγώ όχι.

Λοιπόν, αυτό αφορά σε όλα: και στις προσωπικές μας σχέσεις και στις κρίσεις μας για τη μοίρα της ψυχής ενός ανθρώπου. Ας μαθαίνουμε από την ιστορία. Δεν είναι μια παραβολή. Ήταν πραγματικότητα, ότι ο Κύριος ανάστησε την κόρη του Ιαείρου, ενώ όλοι ήξεραν ότι είχε πεθάνει. Και ο Χριστός το ήξερε, μα γι΄Αυτόν δεν υπάρχει θάνατος. Υπάρχει η ζωή και ο ύπνος. Ας κοιτάξουμε τη ζωή μας, τις σχέσεις μας μ΄εκείνους, που έχουν πεθάνει, δηλαδή, που έχουν αποκοιμηθεί και ξεκουράζονται τώρα. Ας σκεφτούμε τους ανθρώπους γύρω μας, τους οποίους έχουμε καταδικάσει και για τους οποίους έχουμε πεί τον τελευταίο λόγο: Είναι νεκρός, ας μην ενοχλείς πιά τον Δάσκαλο. Δεν υπάρχει νόημα να ρθεί ο Θεός σ΄αυτόν, δεν θα αναστηθεί. Ας σκεφτούμε τις πεθαμένες φιλίες και σχέσεις. Πραγματικά δεν υπάρχει τίποτα πιά μεταξύ μας ή κάτι έχει ξεθωριάσει λίγο και κοιμάται μόνο για κάποιο χρόνο? Ας διαβάσουμε αυτή την ιστορία ξανά και ξανά. Είναι μια ιστορία της ζωής εναντίον του θανάτου, της ελπίδας εναντίον του οφθαλμοφανούς, της απόλυτης πίστης εναντίον της βαθιάς, φονικής μας απιστίας.

Αμήν
Комментарии ():
Написать комментарий:

Другие публикации на портале:

Еще 9